Και όσο το διαβάζω γελάω και κλαίω μαζί
Γιατί πραγματικά είναι οι σκέψεις μου προηγούμενων χρόνων αποτυπωμένες από κάποιον άγνωστο
Ίσως με κάποιο τρόπο όλοι έχουμε βρεθεί στην ίδια θέση
Ένας λόγος που ακόμη υπάρχω στον κόσμο που σε γνώρισα είναι επειδή δεν θέλω να πεθάνει μαζί μου αυτό που νιώθω για σένα και χαθείς και εσύ....
Και όσο το διαβάζω γελάω και κλαίω μαζί
Γιατί πραγματικά είναι οι σκέψεις μου προηγούμενων χρόνων αποτυπωμένες από κάποιον άγνωστο
Ίσως με κάποιο τρόπο όλοι έχουμε βρεθεί στην ίδια θέση
Να φοβάστε την τρυφερότητα.
Είναι επικίνδυνη —
ας μην έχει νύχια,
ας λούζει κάθε λέξη της γαλάζιο φως,
μην ξεγελιέστε· παίρνει αλλού εκδίκηση.
Δεσμεύει.
Υποτάσσει.
Ρίχνει δίχτυα
απ' όπου δύσκολα θα βγεις.
Προτιμώ τις ύαινες τού δρόμου
που σού ζητούν ωμά μια χαρτζιλίκι,
μια που μένεις, μια να τους βρεις γυναίκα,
ενώ η τρυφερότητα κωφάλαλη σέ πλησιάζει,
προσφέρει καρέκλα, νεσκαφέ,
σού δίνει το σκισμένο της πουλόβερ να φορέσεις,
χώνεται κάτω απ' την κουβέρτα σου,
λάμπουνε τα μογγολικά της μάτια μες στον ύπνο σου,
διεκδικεί το πρωί την καλημέρα της σεμνά,
σχεδόν ύπουλα,
σε άλλη γλώσσα από ‘κείνη που ‘μαθες,
με παύσεις πολλές, χρώματα αλλόκοτα.
Επικίνδυνη. Είσαι έξω απ' τα νερά σου.
Δεν ξέρεις τι θα βγει, που θα οδηγήσει.
Γι' αυτό και πρέπει να την αποφεύγετε
εκεί που ανθίζει άφθονη:
στους μεθυσμένους νέγρους,
σ' όσους περάσαν τα πενήντα,
στους ξεμοναχιασμένους των λιμανιών,
σε καφενεία ανέργων.
Εμπιστευθείτε την ασφάλεια της ωμής συναλλαγής.
Ανδρέας Αγγελάκης, Μεταφυσική της μιας νύχτας
τον εαυτό μου πότε πότε
να αναστενάζει,
βαθιά
με αναφιλητό.
Σα να 'χει μέσα μου σαλέψει
κάποιο ναυάγιο.
| Χρίστος Λάσκαρης (1931 - 11 Ιουνίου 2008) | Ποιήματα | εκδόσεις Γαβριηλίδη |
|
Σχέδια που εγκαταλείπουμε, αποφάσεις που φοβηθήκαμε να πάρουμε
προσδοκίες των άλλων από μας που τις τροφοδοτήσαμε
κι ας ξέραμε τι επικίνδυνο ήταν.
Δικές μας απαιτήσεις απ' τους άλλους,
ενώ μαντεύαμε κι εκείνων τη μικρότητα, και τη δική μας
υστεροβουλία.
Άνθρωποι που συναντήσαμε μια νύχτα, μα που το βλέμμα τους
όρισε πια για πάντα τη ζωή μας.
Λόγια που τα προμελετήσαμε, μα που όταν ήρθε η ώρα
δώσαν τη θέση τους σε μια δειλή σιωπή - έρχονται όλα κάποτε,
μαζεμένα, μέσα σε μια στιγμή, εκεί που ανεβαίνεις ανύποπτος μια σκάλα ή απλώνεις το χέρι στο σκοτάδι ψάχνοντας για το φως,
μονάχος σ' ένα μισοσκότεινο δωμάτιο ή μέσα στο πλήθος και τα
φώτα -
πού να πας τότε; πού θα κρυφτείς; Τί την έκανες
την ανεπανάληπτη ζωή σου;
Τάσος Λειβαδίτης | 20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988 |
| Καντάτα (1960) | Ποιήματα, τ. 1 | εκδόσεις Μετρονόμος |
«[…] Έχω μέσα μου
ένα αχαρτογράφητο νησί
γεμάτο αιχμές
κι απόκρημνους μονόδρομους.»
Οι άνθρωποι στις κορνίζες
Εκδόσεις Συρτάρι - Syrtari Publications